Αγγλο-Σοβιετική Συνθήκη του 1942
Η Αγγλο-Σοβιετική Συνθήκη του 1942 (αγγλικά:Anglo-Soviet Treaty of 1942, επίσημο όνομα:«Εικοσαετής συμφωνία αμοιβαίας βοήθειας μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ένωσης των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών», Twenty-Year Mutual Assistance Agreement Between the United Kingdom and the Union of Soviet Socialist Republics), καθιέρωσε μια στρατιωτική και πολιτική συμμαχία μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Βρετανικής Αυτοκρατορίας που επρόκειτο να διαρκέσει μέχρι το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου ή ως αναφέρονταν στη συνθήκη έως και 20 χρόνια αργότερα.
Η συνθήκη υπογράφηκε στο Λονδίνο στις 26 Μαΐου 1942 από τον τότε υπουργό Εξωτερικών της Βρετανίας Άντονι Ήντεν και τον τότε Σοβιετικό υπουργό Εξωτερικών Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ.[1]
Ιστορικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πρώτη συνάντηση για τη συζήτηση της συνθήκης πραγματοποιήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1941, μια εβδομάδα μετά την ένταξη των Ηνωμένων Πολιτειών στο πλευρό της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και τη Σοβιετική Ένωση για να αντιταχθούν στις δυνάμεις του Άξονα.[2]
Ένας από τους στόχους του Ιωσήφ Στάλιν, του επικεφαλής της Σοβιετικής Ένωσης, ήταν να συνάψει μια εδαφική συμφωνία για μια μεταπολεμική Ευρώπη που θα την διαιρέει σε μεγάλο βαθμό μεταξύ της Βρετανίας και της Σοβιετικής Ένωσης.[2]
Ο Στάλιν ήλπιζε να ανακτήσει τα εδάφη που είχε η Σοβιετική Ένωση, συμπεριλαμβανομένης της Φινλανδίας, της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Ρουμανίας, της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας πριν από τις απώλειές της κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα (της γερμανικής εισβολής στη Σοβιετική Ένωση, η οποία ξεκίνησε στις 22 Ιουνίου 1941). Σε αντάλλαγμα, η Βρετανία θα ελάμβανε έδαφη και άδεια για να έχει ναυτικές βάσεις και θαλάσσια διέλευση μέσω της Στενά της Μάγχης, της Βόρειας Θάλασσας και της Βαλτικής Θάλασσας.[2]
Απουσία των περισσότερων συμμάχων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από αυτή την συζήτηση απουσίαζαν και οι άλλες συμμαχικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Ινδίας και της Κίνας, παρά το γεγονός ότι όλοι είχαν δηλώσει να πολεμήσουν εναντίον των δυνάμεων του Άξονα πριν από το 1941. Επίσης, δεν εκπροσωπήθηκαν οι συμμαχικές δυνάμεις που είχαν εξόριστες κυβερνήσεις, όπως η Τσεχοσλοβακία και τη Γαλλία, των οποίων οι χώρες καταλήφθηκαν από τη Ναζιστική Γερμανία, παρά τον αρχικό στόχο των Σοβιετικών να κατευθύνουν τη μεταπολεμική δομή αυτών των χωρών.
Σημασία της συνθήκης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η συνθήκη αντιπροσώπευε μια μετάβαση για τη Μεγάλη Βρετανία, η οποία θυσίασε μέρος του καθεστώτος της υπερδύναμεως λόγω των εξασθενημένων στρατιωτικών της δυνάμεων, αλλά εξακολουθούσε να ασκεί μια διπλωματική εξουσία κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.[3]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Slusser, Robert M.· Triska, Jan F. (1959). A Calendar of Soviet Treaties 1917-1957. Stanford: Stanford University Press. σελ. 149.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 Plopeanu, Emanuel (2010). «Ankara – Stockholm – Bern: three types of press commentaries and interpretations about British – Soviet Treaty (May 1942)» (στα English). Valahian Journal of Historical Studies (14): 133–142. ISSN 1584-2525. https://www.ceeol.com/search/article-detail?id=269737.
- ↑ Kettenacker, Lothar (1982). «The Anglo-Soviet Alliance and the Problem of Germany, 1941-1945». Journal of Contemporary History 17 (3): 436. https://archive.org/details/sim_journal-of-contemporary-history_1982-07_17_3/page/436.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Text of the treaty
- Molotov's Report on Ratification of the Anglo-Soviet Treaty
- George Ciorănescu, "The Problem of Bessarabia and Northern Bucovina During World War II", Radio Free Europe, 12 May 1981.